imprevisto
From LSJ
Spanish > Greek
ἀπαράσκευος, ἀπρομήθητος, ἀπαραφύλακτος, ἀπρόοπτος, αἰφνίδιος, ἀπρόσκεπτος, ἀπρόληπτος, ἀπροσδόκητος, ἀπροόρατος, ἀπροϊδής, ἀίδηλος, ἐξαπίναιος
ἀπαράσκευος, ἀπρομήθητος, ἀπαραφύλακτος, ἀπρόοπτος, αἰφνίδιος, ἀπρόσκεπτος, ἀπρόληπτος, ἀπροσδόκητος, ἀπροόρατος, ἀπροϊδής, ἀίδηλος, ἐξαπίναιος