βουμελία

From LSJ

πενία μόνα τὰς τέχνας ἐγείρει → poverty alone promotes skilled work, necessity is the mother of invention, necessity is the mother of all invention, poverty is the mother of invention, out of necessity comes invention, out of necessity came invention, frugality is the mother of invention

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: βουμελία Medium diacritics: βουμελία Low diacritics: βουμελία Capitals: ΒΟΥΜΕΛΙΑ
Transliteration A: boumelía Transliteration B: boumelia Transliteration C: voumelia Beta Code: boumeli/a

English (LSJ)

ἡ, ash, Fraxinus excelsior, Thphr. HP 3.11.4, 4.8.2 (v.l. βουμέλιος, ὁ).

German (Pape)

[Seite 458] ἡ, eine Eschenart, Theophr.

Greek (Liddell-Scott)

βουμελία: ἡ, εἶδος μεγάλης μελίας, πελωρίας δρυός, Θεόφρ. Ι. Φ. 3. 11, 4., 4. 8, 2· -διάφ. γραφ. βουμέλιος, ὁ.

Greek Monolingual

βουμελία, η (Α)
είδος μεγάλης μελίης, φλαμουριάς.
[ΕΤΥΜΟΛ. < βου- επιτατικό (< βους) + μελία «φλαμουριά» (πρβλ. βουκόρυζα, βούπαις κ.ά.)].