καλαμινθίνη

From LSJ

τὸ δὲ ποιεῖν ἄνευ νοῦ ἃ δοκεῖ καὶ σὺ ὁμολογεῖς κακὸν εἶναι: ἢ οὔ → but doing what one thinks fit without intelligence is—as you yourself admit, do you not?—an evil

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κᾰλᾰμινθίνη Medium diacritics: καλαμινθίνη Low diacritics: καλαμινθίνη Capitals: ΚΑΛΑΜΙΝΘΙΝΗ
Transliteration A: kalaminthínē Transliteration B: kalaminthinē Transliteration C: kalaminthini Beta Code: kalaminqi/nh

English (LSJ)

ἡ, = καλαμίνθη (catmint), Zopyr. ap. Orib. 14.62.1 codd.

Greek Monolingual

καλαμινθίνη, ἡ (Α)
άλλη ονομασία του αρωματικού φυτού καλαμίνθη, καλαμίθρα.