Κάλλιστον ἐν κήποισι φύεται ῥόδον → Pulchrius in hortis gignitur nihil rosa → Die Rose ist das Schönste, was im Garten wächst
Full diacritics: κρυαίνω | Medium diacritics: κρυαίνω | Low diacritics: κρυαίνω | Capitals: ΚΡΥΑΙΝΩ |
Transliteration A: kryaínō | Transliteration B: kryainō | Transliteration C: kryaino | Beta Code: kruai/nw |
= ἱμείρω, Theognost.Can.21 (cf. Archil.176).
και κρυγαίνω (Μ κρυαίνω) κρύος
νεοελλ.
1. (μτβ.) κάνω κάτι κρύο, ψύχω, ψυχραίνω
2. (αμτβ. κυριολ. και μτφ.) γίνομαι κρύος, κρυώνω, ψυχραίνομαι
3. αποθαρρύνομαι
μσν.
ί. επιθυμώ πολύ, ποθώ
2. κρυολογώ.