λαμπήνη
Ὁμιλίας δὲ τὰς γεραιτέρων (γεραιτέρας) φίλει → Seniliores quaere amicitias tibi → Den Umgang mit den Älteren erwähle dir
English (LSJ)
ἡ, covered chariot, S.Fr.441, Men.29, Posidipp.10, LXX 1 Ki.26.5; at Tegea, = ἀπήνη, Polem.Hist. ap. Sch.Pi.O.5 Arg.: Astrol., ἐν ἰδίαις λ., of planets when in certain favourable aspects, Ptol.Tetr.51.
German (Pape)
[Seite 12] ἡ, eine Art bedeckter Wagen, Poll. 10, 52 aus Soph. (frg. 392) u. Menand., wie 139 aus Posidipp. Vgl. übrigens ἀπήνη.
French (Bailly abrégé)
ης (ἡ) :
grand char, chariot couvert.
Étymologie: DELG pas d'étym.
Russian (Dvoretsky)
λαμπήνη: ἡ крытая повозка Soph., Men.
Greek (Liddell-Scott)
λαμπήνη: ἡ, ἐστεγασμένον ἅρμα, Σοφ. Ἀποσπ. 392, Μένανδ. ἐν «Ἁλιεῦσιν» 17, Ποσείδιππος ἐν «Ἐπιστάθμῳ» 1, Ἑβδ. (Α. Βασιλ. κϛ΄, 5). (Δύναται νὰ σχετισθῇ πρὸς τὸ ἀπήνη, πρβλ. Λλ ΙΙ. 2· ἀλλ’ ἴδε Curt. Gr. Et. σ. 464 (501).)
Greek Monolingual
λαμπήνη, ἡ (Α)
1. είδος σκεπασμένης άμαξας («καὶ Σαοὺλ ἐκάθευδεν ἐν λαμπήνη», ΠΔ)
2. λαμπάδα
3. ευνοϊκή ένδειξη από πλανήτη.
[ΕΤΥΜΟΛ. Ο τ. λαμπ-ήνη εμφανίζει επίθημα -ηνᾱ (πρβλ. απήνη, καπᾶνη), ενώ η σύνδεση του θ. λαμπ- με το λάμπω παραμένει ανερμήνευτη].
Frisk Etymological English
Grammatical information: f.
Meaning: `a covered wagon (S. Fr. 441, hell., com., LXX; after Polem. Hist. Tegeatan, acc. to others Thessal.). Also ε῝δρα, θρόνος (Porphyr. in Ptol. 49).
Other forms: Also λαπίνη ἡ ἅμαξα (Su., Lex. Ambr. ined. 137), prob. itacistic for *λαπήνη (Fur. 285).
Derivatives: λαμπηνικαὶ ἅμαξαι (LXX).
Origin: PG [a word of Pre-Greek origin]
Etymology: Ending as in ἀπήνη, καπάνα; connection with λάμπω, which is seen in Ptol. Tetr. 51 ἐν ἰδίαις λαμπήναις (of the position of the planets), is ununder- standable. In Lat. lampenae sellae quaedam sic dictae (Gloss. s. WH 1, 756). - The word is evidently Pre-Greek.
Frisk Etymology German
λαμπήνη: {lampḗnē}
Grammar: f.
Meaning: Ben. eines bedeckten Wagens (S. Fr. 441, hell. Kom., LXX; nach Polem. Hist. tegeatisch, nach anderen thessal.)
Derivative: mit λαμπηνικαὶ ἅμαξαι (LXX).
Etymology: Ausgang wie ἀπήνη, καπάνα; Verbindung mit λάμπω, die offenbar vorliegt bei Ptol. Tetr. 51 ἐν ἰδίαις λαμπήναις (von der Stellung der Planeten), bleibt noch zu begründen.
Page 2,78