ματαίωση
From LSJ
καλῶς δρῶν ἐξαμαρτεῖν μᾶλλον ἢ νικᾶν κακῶς → I would prefer to fail with honor than to win by evil | I prefer to fail by acting rightly rather than win by acting wrongly | Better fail by doing right, than win by doing wrong (Sophocles, Philoctetes 95)
Greek Monolingual
η (Α ματαίωσις, -εως) ματαιώνω
νεοελλ.
η μη πραγματοποίηση, η μη εκτέλεση ενός έργου ή μιας ενέργειας η οποία έχει προγραμματιστεί («η ματαίωση της εκδρομής λύπησε πολλούς»)
αρχ.
ματαιότητα («ματαίωσιν τὴν ὑψηλοφροσύνην φησί», Αθανάσ.).