μετεωρότης

From LSJ

κοινὸν τύχη, γνώμη δὲ τῶν κεκτημένων → good luck is anyone's, judgment belongs only to those who possess it

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: μετεωρότης Medium diacritics: μετεωρότης Low diacritics: μετεωρότης Capitals: ΜΕΤΕΩΡΟΤΗΣ
Transliteration A: meteōrótēs Transliteration B: meteōrotēs Transliteration C: meteorotis Beta Code: metewro/ths

English (LSJ)

-ητος, ἡ, sublimity, Corn.ND20.

German (Pape)

[Seite 160] ητος, ἡ, = Vorigem, Phurnut.

Greek (Liddell-Scott)

μετεωρότης: ἡ, τὸ οὐσιαστ. τοῦ μετέωρος, Κορνοῦτ. 110.

Greek Monolingual

μετεωρότης, -ητος, ἡ (Α) μετέωρος
το να είναι κάτι μετέωρο.