πελεκητρίς

From LSJ

περὶ οὐδὲν γὰρ οὕτως ὑπάρχει τῶν ἀνθρωπίνων ἔργων βεβαιότης ὡς περὶ τὰς ἐνεργείας τὰς κατ' ἀρετήν → since none of man's functions possess the quality of permanence so fully as the activities in conformity with virtue

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: πελεκητρίς Medium diacritics: πελεκητρίς Low diacritics: πελεκητρίς Capitals: ΠΕΛΕΚΗΤΡΙΣ
Transliteration A: pelekētrís Transliteration B: pelekētris Transliteration C: pelekitris Beta Code: pelekhtri/s

English (LSJ)

-ίδος, fem. of πελεκητής, ἀξίνη π., = Lat. dolabra, Glossaria.

Greek Monolingual

-ίδος, ἡ, Α
1. θηλ. του πελεκητής
2. φρ. «ἀξίνη πελεκητρίς» — σκεπαρνι.
[ΕΤΥΜΟΛ. < πελεκῶ + επίθημα -τρίς (πρβλ. αυλητρίς)].