πλαγά

From LSJ

μὴ κακὸν εὖ ἔρξῃς· σπείρειν ἴσον ἔστ' ἐνὶ πόντῳ → do no good to a bad man; it is like sowing in the sea

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: πλαγά Medium diacritics: πλαγά Low diacritics: πλαγά Capitals: ΠΛΑΓΑ
Transliteration A: plagá Transliteration B: plaga Transliteration C: plaga Beta Code: plaga/

English (LSJ)

v. πληγή.

French (Bailly abrégé)

dor. c. πληγή.

English (Slater)

πλᾱγά (-αί, -ᾶν, -αῖς.) blow ὑπὸ στερεῷ πυρὶ πλαγαῖς τε σιδάρου (O. 10.37) ναῦν τέλεσαν ἃν πλαγαὶ σιδάρου (P. 4.246) of boxing, καματωδέων δὲ πλαγᾶν ἄκος ὑγιηρὸν ἐν βαθυπεδίῳ Νεμέᾳ τὸ καλλίνικον φέρει (N. 3.17) αἰνέω καὶ Πυθέαν ἐν γυιοδάμαις Φυλακίδᾳ πλαγᾶν δρόμον εὐθυπορῆσαι (I. 5.60)

Greek Monolingual

ἡ, Α
(δωρ. τ.) βλ. πληγή.

Greek Monotonic

πλᾱγά: Δωρ. αντί πληγή.

Russian (Dvoretsky)

πλᾱγά: ἡ дор. = πληγή.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

πλᾱγᾱ́ -ᾱ́ς, ἡ Dor. voor πληγή.