τίλων

From LSJ

Σωτηρίας σημεῖον ἥμερος τρόπος → Auf Rettung deutet kultivierte Lebensart → Ein Hinweis auf die Rettung ist die sanfte Art

Menander, Monostichoi, 478
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: τίλων Medium diacritics: τίλων Low diacritics: τίλων Capitals: ΤΙΛΩΝ
Transliteration A: tílōn Transliteration B: tilōn Transliteration C: tilon Beta Code: ti/lwn

English (LSJ)

ωνος, ὁ, a fish of the Thracian lake Prasias, Hdt.5.16, Arist. HA568b25, 602b26 (with vv.ll. τύλων, ψίλων, ψύλων, τίλλων, τριλών).

German (Pape)

[Seite 1114] ωνος, ὁ, s. τίλλων.

French (Bailly abrégé)

ωνος (ὁ) :
mieux que τίλλων;
sorte de poisson du lac Prasias en Thrace.
Étymologie:.

Russian (Dvoretsky)

τίλων: ωνος ὁ тилон (рыба во фракийском оз. Πρασιάς) Her., Arst.

Greek (Liddell-Scott)

τίλων: -ωνος, ὁ, ἰχθὺς τῆς Θρακικῆς λίμνης (νῦν Μακεδονικῆς) Πρασιάδος (Κερκινίτιδος), τῶν δὲ ἰχθύων ἐστί γένεα δύο, τοὺς καλέουσι πάπρακάς τε καὶ τίλωνας Ἡρόδ. 5. 16, Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 6. 14, 11., 8. 20, 2 (μετὰ διαφόρ. γραφῶν τύλων, ψίλων, ψύλων, τίλλων).

Greek Monolingual

-ωνος, ο, ΝΑ
(στη νεοελλ. μόνο λόγιος τ.) ζωολ. είδος ψαριού.
[ΕΤΥΜΟΛ. Λ. πιθ. της καθημερινής γλώσσας τών Αρχαίων < τῖλος + επίθημα -ων, -ωνος (πρβλ. γάστρων, τύλων)].

Greek Monotonic

τίλων: ὁ, ψάρι της Θρακικής λίμνης Πρασιάδος, σε Ηρόδ.

Middle Liddell

τίλων, ονος, ὁ,
a fish of the Thracian lake Prasias, Hdt.