ταξιθέτηση

From LSJ

μηδέ μοι ἄκλαυστος θάνατος μόλοι, ἀλλὰ φίλοισι καλλείποιμι θανὼν ἄλγεα καὶ στοναχάς → may death not come to me without tears, but when I die may I leave my friends with sorrow and lamentation

Source

Greek Monolingual

η, Ν ταξιθετώ
1. η ενέργεια του ταξιθετώ, τακτοποίηση, ταξινόμηση
2. (οικον.) (στην οργάνωση επιχειρήσεων) τοποθέτηση σε ορισμένο χώρο πραγμάτων που έχουν ήδη ταξινομηθεί.