πωγωνοτροφία φιλόσοφoν οὐ ποιεῖ → a long beard does not make the philosopher
-ές, Απάρα πολύ χαρούμενος, ολόχαρος.[ΕΤΥΜΟΛ. < ὑπερ- + -χαρής (< χαίρω), πρβλ. περιχαρής].