φθονητός

From LSJ

ὑπακούσατε δεξάμεναι θυσίαν καὶ τοῖς ἱεροῖσι χαρεῖσαι → accept my sacrifice and enjoy these holy rites | hearken to our prayer, and receive the sacrifice, and be propitious to the sacred rites | hear my call, accept my sacrifice, and then rejoice in this holy offering I make

Source

Greek (Liddell-Scott)

φθονητός: -ή, -όν, ὃν φθονεῖ τις, ὁ φθονούμενος, Κλήμ. Ἀλεξ. 832.

Greek Monolingual

-ή, -ό / φθονητός, -ή, -όν, ΝΑ φθονῶ
αυτός για τον οποίο αισθάνεται κανείς φθόνο, επίφθονος.