ἀλλοτριόγνωμος

From LSJ
Cicero, Tusculanarum Disputationum, I.45.109
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀλλοτριόγνωμος Medium diacritics: ἀλλοτριόγνωμος Low diacritics: αλλοτριόγνωμος Capitals: ΑΛΛΟΤΡΙΟΓΝΩΜΟΣ
Transliteration A: allotriógnōmos Transliteration B: allotriognōmos Transliteration C: allotriognomos Beta Code: a)llotrio/gnwmos

English (LSJ)

ἀλλοτριόγνωμον, thinking of other things, absent, Cratin. 154.

Spanish (DGE)

-ον
que tiene opiniones ajenas ἀλλοτριογνώμοις ἐπιλήσμοισι μνημονικοῖσι Cratin.154, ἀ.· ὁ τὰ ἀλλότρια ἐν γνώμῃ ἔχων καὶ μὴ τὰ ἑαυτοῦ Phot.p.78R.

German (Pape)

[Seite 106] B. A. 385 aus Cratin. (Hephaest. p. 14 u. Choerob. in Cr. An. 4, 414, aber B. A. 1176 ἀλλοτριογνώμοσι), anderes im Kopfe habend.

Greek (Liddell-Scott)

ἀλλοτριόγνωμος: -ον, ὁ περὶ ἄλλων διανοούμενος, ἀλλαχοῦ τὸν νοῦν ἔχων, ἀφῃρημένος, Κρατῖνος ἐν «Πανόπταις» 3.

Greek Monolingual

ἀλλοτριόγνωμος, -ον (Α)
αυτός που έχει άλλα πράγματα στον νου του, αφηρημένος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ἀλλότριος + -γνωμος < γνώμη].