Ἐχῖναι
ὦ πολλῶν ἤδη λοπάδων τοὺς ἄμβωνας περιλείξας → you who have licked the labia of many vaginas (Eupolis fr. 52)
English (LSJ)
ῶν, αἱ, islands in the Ionian sea, Il.2.625, E.IA286 (lyr.), etc.:—commonly called Ἐχῑνάδες, αἱ, Hdt.2.10, Th.2.102, etc.
French (Bailly abrégé)
ῶν (αἱ) :
les Échinades, îles de la mer Ionienne.
Étymologie: DELG ἐχῖνος.
Russian (Dvoretsky)
Ἐχῖναι: ῶν αἱ Эхины (девять небольших островов в Ионическом море, близ устья реки Ахелой, принадлежавшие Акарнании; впоследствии Ἐχινάδες) Hom., Eur.
Greek (Liddell-Scott)
Ἐχῖναι: -ῶν, αἱ, νῆσοι ἐν τῷ Ἰωνίῳ πελάγει, Ἐχινάων θ’ ἱεράων Ἰλ. Β. 625, Εὐρ. Ι. Α. 286, συνήθως καλούμεναι Ἐχῑνάδες, αἱ, Ἡρόδ. 2. 10, κλ.
English (Autenrieth)
νῆσοι, name of a group of islands in the Ionian Sea, near Dulichium, Il. 2.625.
Greek Monolingual
Ἐχῖναι, -ῶν και Ἐχινάδες, -άδων, αἱ (Α)
ονομασία νησιών στο Ιόνιο Πέλαγος.
Greek Monotonic
Ἐχῖναι: -ῶν, αἱ, νησιά του Ιονίου πελάγους, σε Ομήρ. Ιλ., Ευρ. κ.λπ.· συνήθως ονομάζονται Ἐχῑνάδες, αἱ, σε Ηρόδ. κ.λπ.
Middle Liddell
the islands in the Ionian sea, Il., Eur., etc.; commonly called Ἐχινάδες.