ὁραματίζομαι

From LSJ

Βασίλεια δ' εἰκών ἐστιν ἔμψυχος θεοῦ → Rex est imago viva viventis dei → Ein Königreich ist ein beseeltes Bild von Gott

Menander, Monostichoi, 79
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ὁρᾱμᾰτίζομαι Medium diacritics: ὁραματίζομαι Low diacritics: οραματίζομαι Capitals: ΟΡΑΜΑΤΙΖΟΜΑΙ
Transliteration A: horamatízomai Transliteration B: horamatizomai Transliteration C: oramatizomai Beta Code: o(ramati/zomai

English (LSJ)

look, Aq.Ps.10(11).4.

German (Pape)

[Seite 367] sehen, LXX.

Greek Monolingual

ὁραματίζομαι) όραμα
νεοελλ.
1. βλέπω οράματα, οπτασίες
2. ονειροπολώ για κάτι που ποθώ και αισιοδοξώ ότι θα γίνει, φαντάζομαι («οι νέοι οραματίζονται ένα καλύτερο αύριο»)
αρχ.
βλέπω, παρατηρώ.