сочинять
Russian > Greek
συντελέω, κατακάμπτω, κάμπτω, ψύχω, πραγματεύομαι, πρηγματεύομαι, ἀναπλέκω, διαπλάσσω, διαπλάττω, ἀναπλάσσω, ἀναπλάττω, ἐξευρίσκω, διαπλέκω, πλέκω, μυθολογέω, ὑπορράπτω, διατυπόω, καινοτομέω, ἐργάζομαι, μυθοποιέω, συνυφαίνω, ἐμπλέκω, ἐξυφαίνω, καταμελετάω