выдумывать
Russian > Greek
ἐκπορίζω ;; ἐκφροντίζω ;; ἐπινοέω ;; συνεκπορίζω ;; μηχανάω ;; μηχανάομαι ;; μηχανέομαι ;; ἀναπλάσσω ;; ἀναπλάττω ;; ἐξευρίσκω ;; πλέκω ;; μυθολογέω ;; παρευρίσκω ;; ἐπιτεχνάομαι ;; καινοτομέω ;; διαζητέω ;; συνυφαίνω ;; μυθοπλαστέω ;; ἐμπλέκω ;; μανθάνω ;; συντίθημι ;; πλάσσω ;; σοφίζομαι ;; μήδομαι ;; καταψεύδομαι ;; ποιέω ;; κατασκευάζω ;; συντάσσω