послушный
Russian > Greek
πιστός ;; ὑπήκοος ;; εὔστροφος ;; ἐΰστροφος ;; εὐχείρωτος ;; εὔαρκτος ;; ταπεινός ;; πειθαρχικός ;; ἐπιπειθής ;; εὐάγωγος ;; πειθήνιος ;; εὐπειθής ;; εὐπιθής ;; εὐεπίτακτος ;; κτίλος ;; καταπειθής ;; πείθαρχος ;; πειθήμων ;; πειθάνωρ ;; ἀκουστικός ;; ἐπήκοος ;; ἐπάκοος ;; κατήκοος ;; εὐήκοος ;; εὐάκοος ;; εὐήνιος ;; ἐπιτήδειος ;; πιθανός