ὑπερφύεια

Revision as of 09:54, 25 March 2023 by Spiros (talk | contribs)

English (LSJ)

[φῠ], ἡ, magnificence, τῶν πυραμίδων OGI666.26 (Egypt, i A. D.); excellency, as a title, POxy.135.12 (vi A. D.), etc.; cf. ὑπερφυΐα.

Greek Monolingual

ἡ, ΜΑ ὑπερφυής
μσν.
(ως τιμητική προσφώνηση) εξοχότητα
αρχ.
(για τις πυραμίδες) το θαυμαστό, το μεγαλειώδες.

Translations