спутник
Russian > Greek
ναύτης, ναύτας, πάρεδρος, συνέμπορος, ὁμοκέλευθος, ὁδοιπόρος, προπομπός, συνέκδημος, ὁμέψιος, συνθιασώτης, ὀπάων, ὀπέων, ἐπίπολος, συνοδίτης, συνοδοιπόρος, ἀκόλουθος, ὀπαδός, ὀπηδός, σύμβιος, μεθομήρεος, σύνδρομος, σύνοδος
ναύτης, ναύτας, πάρεδρος, συνέμπορος, ὁμοκέλευθος, ὁδοιπόρος, προπομπός, συνέκδημος, ὁμέψιος, συνθιασώτης, ὀπάων, ὀπέων, ἐπίπολος, συνοδίτης, συνοδοιπόρος, ἀκόλουθος, ὀπαδός, ὀπηδός, σύμβιος, μεθομήρεος, σύνδρομος, σύνοδος