arito
Spanish > Greek
ἀάνθα, ἄρκαλα, ἄρτημα, ἀρτίαλα, αὐλίσκος, βοτρύδιον, ἐγκλαστρίδια, ἑλικτήρ, ἕλιξ, ἐλλόβιον, ἐνόπη, ἔνστροφος, ἐνώδιον, ἐνῴδιον, ἐνωτάριον, ἐνωτίδιον, ἐνώτιον, ἐξωβάδιον, ἕρμα, ἱπποκάμπιον, κόννος, κροτάλια, πινώτιον, πλάστρα, πλάστρον, σίγλος, σίκλος, σταλάγμιον, στροβίλιον, τροχίσκος, ὠκίς