Ὤλενος

From LSJ
Revision as of 06:30, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (47c)

ἀλλ' ἦν ἅπαντα τεταγμένα νόμων ἐπιταγαῖς → but all their acts were regulated by prescriptions set forth in laws

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: Ὤλενος Medium diacritics: Ὤλενος Low diacritics: Ώλενος Capitals: ΏΛΕΝΟΣ
Transliteration A: Ṓlenos Transliteration B: Ōlenos Transliteration C: Olenos Beta Code: *)/wlenos

English (LSJ)

ἡ,

   A Olenos, a city of Achaia, Il.2.639: prob. named from its lying in the bend (ὠλένη) of a hill, hence Adj. Ὠλένιος, α, ον, Achaean, AP7.723.

Greek (Liddell-Scott)

Ὤλενος: ἡ, πόλις τῆς Ἀχαΐας, Ἰλ.· ἴσως ὀνομασθεῖσα οὕτως ὡς κειμένη ἐπὶ τῆς ὠλένης ἢ κλιτύος ὄρους, ὡς τὸ Γερμανικὸν Ellenbogen (ἀγκών).

French (Bailly abrégé)

ου (ἡ) :
Olénos :
1 v. d’Étolie;
2 v. d’Achaïe.

English (Autenrieth)

a town in Aetolia, on Mt. Aracynthus, Il. 2.639†.

Greek Monolingual

ἡ, Α
1. ονομασία πόλης της Αχαΐας
2. ονομασία πόλης της Αιτωλίας κοντά στην Πλευρώνα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ὠλένη «αγκώνας», με αναβιβασμό του τόνου. Η παραπάνω ονομασία οφείλεται πιθ. στο γεγονός ότι οι πόλεις ήταν χτισμένες ή στην καμπύλη λόφου ή στην στροφή ποταμού].