ζυμοειδής

From LSJ
Revision as of 06:35, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (16)

Ἀκμὴ τὸ σύνολον οὐδὲν ἄνθους διαφέρει → Nil flore differt vegetus aetatis vigor → Des Lebens Blüte ist ganz wie der Blume Pracht

Menander, Monostichoi, 642
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ζῡμοειδής Medium diacritics: ζυμοειδής Low diacritics: ζυμοειδής Capitals: ΖΥΜΟΕΙΔΗΣ
Transliteration A: zymoeidḗs Transliteration B: zymoeidēs Transliteration C: zymoeidis Beta Code: zumoeidh/s

English (LSJ)

ές,

   A = ζυμώδης, Sch.Orib.4p.526D.

Greek Monolingual

-ές (Α ζυμοειδής, -ές)
αυτός που μοιάζει με ζύμη, όμοιος με προζύμι, ζυμώδηςζυμοειδής μάζα»).
[ΕΤΥΜΟΛ. < ζύμη + -ειδής (< είδος)].