οὐχὶ σοῦσθ'; οὐκ ἐς κόρακας; οὐκ ἄπιτε; παῖε τῷ ξύλῳ → You will not go? The plague seize you! Will you not clear off? Hit them with your stick!
Full diacritics: ἀλλάντιον | Medium diacritics: ἀλλάντιον | Low diacritics: αλλάντιον | Capitals: ΑΛΛΑΝΤΙΟΝ |
Transliteration A: allántion | Transliteration B: allantion | Transliteration C: allantion | Beta Code: a)lla/ntion |
τό, in later Gk., Dim. of ἀλλᾶς, Moer.12.
[Seite 102] τό. von den Atticisten als gemeine Form von ἀλλᾶς getadelt.
ἀλλάντιον: τό, ὑποκορ. τοῦ ἀλλᾶς, Μοῖρ., Θωμ. Μ.
ἀλλάντιον (Α)
λουκάνικο.
[ΕΤΥΜΟΛ. Υποκορ. της λ. ἀλλᾶς].