ψυχῆς ἀγῶνα τὸν προκείμενον πέρι δώσων → to stand the appointed trial for his life, to stand the appointed struggle for life and death
ἐναντία και ἐναντίον (AM)
1. (με γεν.) απέναντι
2. (με δοτ. με εχθρ. σημ.) εναντίον κάποιου («ἐναντία τοῑς Λακεδαιμονίοις», Ξεν.)
3. (με άρθρο) τἀναντία
αντίθετα («oἱ δὲ Ἕλληνες τἀναντία στρέψαντες ἔφευγον», Ξεν.).