μαργαρίνη

From LSJ
Revision as of 07:27, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (24)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

ἐκ τῆς θαλάττης ἅπασα ὑμῖν ἤρτηται σωτηρίαyour safety altogether depends upon the sea

Source

Greek Monolingual

η
τρόφιμο που παρασκευάζεται από μίγμα ζωικών και φυτικών, κυρίως, λιπών υπό μορφή γαλακτώματος σε τυρόγαλα ή σε γάλα που έχει υποστεί ζύμωση, και το οποίο έχει την πυκνότητα, την όψη, τη γεύση και την οσμή του βουτύρου.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. γαλλ. margar-ine < μάργαρον. Η λ. μαρτυρείται από το 1892 στην εφημερίδα Εφημερίς].