ξαναγίνομαι

From LSJ
Revision as of 12:06, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (27)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

Εὐδαίμονες οἷσι κακῶν ἄγευστος αἰών → Blessed are those whose lives have no taste of suffering

Sophocles, Antigone, 583

Greek Monolingual

1. γίνομαι πάλι, επαναλαμβάνομαι («αυτό δεν ξανάγινε»)
2. κατασκευάζομαι ή δημιουργούμαι πάλι
3. μεταβάλλομαι ριζικά («θωρώ και ξαναγίνηκα», Ερωτόκρ.)
4. (για τη φύση) καταστρέφομαι, ανατρέπομαι («κι ο κόσμος αν ξαναγενεί, άλλο δεν κάνω ταίρι, μόνον εσέ, Ρωτόκριτε», Ερωτόκρ.)
5. επιστρέφω στην προηγούμενη κατάσταση μου
6. (για τον ήλιο) εμφανίζομαι
7. αναγεννώμαι, αναπλάσσομαι
8. γίνομαι εκτός εαυτού.