περιαλουργός

From LSJ
Revision as of 12:16, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (32)

τά γε μὰν λίνα πάντα λελοίπει ἐκ Μοιρᾶν → but all the thread granted him by the Fates had run out

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: περιᾰλουργός Medium diacritics: περιαλουργός Low diacritics: περιαλουργός Capitals: ΠΕΡΙΑΛΟΥΡΓΟΣ
Transliteration A: perialourgós Transliteration B: perialourgos Transliteration C: perialourgos Beta Code: perialourgo/s

English (LSJ)

όν,

   A with purple all round, π. τοῖς κακοῖς double-dyed in villainy, Ar.Ach.856.

German (Pape)

[Seite 568] rings mit Purpur gefärbt, Ar. Ach. 821, ὁ περιαλουργὸς τοῖς κακοῖς, komisch.

French (Bailly abrégé)

ός, όν :
1 teint de pourpre tout autour;
2 p. ext. imprégné de ; fig. κακοῖς imbu de méchanceté.
Étymologie: περί, ἁλουργός.

Greek Monolingual

-όν, Α
αυτός που έχει πορφυρό χρώμα σε όλη την επιφάνεια του.
[ΕΤΥΜΟΛ. < περι- + ἁλουργός «πορφυρός»].