περιτροχασμός

From LSJ
Revision as of 12:17, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (32)

ἔσσεται ἦμαρ ὅτ' ἄν ποτ' ὀλώλῃ Ἴλιος ἱρή → the day shall come when sacred Ilios shall be laid low

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: περιτροχασμός Medium diacritics: περιτροχασμός Low diacritics: περιτροχασμός Capitals: ΠΕΡΙΤΡΟΧΑΣΜΟΣ
Transliteration A: peritrochasmós Transliteration B: peritrochasmos Transliteration C: peritrochasmos Beta Code: peritroxasmo/s

English (LSJ)

ὁ, f.l. for -ισμός in Antyll. ap. Orib.6.22.10.

Greek (Liddell-Scott)

περιτροχασμός: -οῦ, ὁ, τὸ τρέχειν τῇδε κἀκεῖσε, Ὀρειβάσ. 113 Matth.

Greek Monolingual

και περιτροχισμός, ὁ, Α περιτροχάζω
το να τρέχει κάποιος γύρω από κάτι.