οὔτ' ἐν φθιμένοις οὔτ' ἐν ζωοῖσιν ἀριθμουμένη, χωρὶς δή τινα τῶνδ' ἔχουσα μοῖραν → neither among the dead nor the living do I count myself, having a lot apart from these
Ν
1. πετώ σπίθες, σπινθηρίζω
2. αναλάμπω, φέγγω
3. (για κρασί) είμαι αφρώδης.
[ΕΤΥΜΟΛ. < θ. σπινθ- της λ. σπινθήρ, με αποβολή του -ν- + κατάλ. -ίζώ].