Μοσσύνοικοι
Παρθένε, ἐν ἀκροπόλει Τελεσῖνος ἄγαλμ' ἀνέθηκεν, Κήττιος, ᾧ χαίρουσα, διδοίης ἄλλο ἀναθεῖναι → O Virgin goddess, Telesinos from the deme of Kettos has set up a statue on the Acropolis. If you are pleased with it, please grant that he set up another
English (LSJ)
[ῡ], οἱ, a tribe on the south shore of the Euxine who lived in μόσσυνες (q.v.), Hecat.204 J., Hdt.3.94, 7.78, Arist.Mir.835a9, A.R.2.1016, etc.
French (Bailly abrégé)
ou Μοσύνοικοι;
ων (οἱ) :
les Mossynœkes, propr. « habitants de huttes en bois », peuples du Pont et de la Scythie.
Étymologie: μόσσυν, οἰκέω.
Greek Monolingual
Μοσσύνοικοι, οι (Α)
ασιατικός λαός που κατοικούσε στα νοτιοανατολικά της Μαύρης Θάλασσας, κοντά στους Κόλχους και Τιβαρηνούς, και ο οποίος πήρε την ονομασία του από τους μόσσυνας, δηλ. τους ψηλούς ξύλινους πύργους, στους οποίους κατοικούσαν.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μόσσυν + οἶκος (πρβλ. άγρ-οικος)].
Greek Monotonic
Μοσσύνοικοι: οἱ, κάτοικοι ξύλινων σπιτιών, εθνότητα στη Μαύρη Θάλασσα, κοντά στην Κολχίδα, σε Ξεν. κ.λπ.