ὁποτέρωθι
From LSJ
Γυναικὶ κόσμος ὁ τρόπος, οὐ τὰ χρυσία → Non ornat aurum feminam at mores probi → Die Art schmückt eine Frau, nicht güldenes Geschmeid
English (LSJ)
Adv.
A in whichever of the two places, Hp.Superf.10, X.Eq.Mag.4.15.
German (Pape)
[Seite 363] auf welcher von beiden Seiten; Hippocr.; Xen. equ. mag. 4, 15.
Greek (Liddell-Scott)
ὁποτέρωθι: μεταπίπτει ἐν τῇ μητρὶ τὸ παιδίον ὁποτέρωθι ἂν καὶ ἡ γυνή, εἰς ὁποῖον ἐκ τῶν δύο μερῶν κεῖται καὶ ἡ γυνή, Λατ. utrubi, Ἱππ. 261. 43, Ξεν. Ἱππαρχ. 4. 15.
French (Bailly abrégé)
adv. relat.
dans lequel des deux endroits, des deux côtés.
Étymologie: ὁπότερος, -θι.
Greek Monolingual
ὁποτέρωθι (Α)
επίρρ. σε οποιοδήποτε από τα δύο μέρη.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ὁποτέρως + επιρρμ. κατάλ. -θι (πρβλ. ουδετέρω-θι)].
Greek Monotonic
ὁποτέρωθι: επίρρ., σε ποια από τις δύο πλευρές, σε Ξεν.