πενταμερής

From LSJ
Revision as of 00:56, 31 December 2018 by Spiros (talk | contribs) (5)

τὸ ἓν καὶ τὸ ὂν πολλαχῶς λέγεται → the term being and the term one are used in many ways, one and being have various meanings, one and being have many senses

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: πεντᾰμερής Medium diacritics: πενταμερής Low diacritics: πενταμερής Capitals: ΠΕΝΤΑΜΕΡΗΣ
Transliteration A: pentamerḗs Transliteration B: pentamerēs Transliteration C: pentameris Beta Code: pentamerh/s

English (LSJ)

ές,

   A consisting of five parts, χώρα Str.3.4.19, cf. Diom. p.498 K. Adv. -ρῶς, φύλλα π. ἐπεσχισμένα Dsc.3.48.

German (Pape)

[Seite 556] ές, fünftheilig, Strab. 3, 4, 19.

Greek (Liddell-Scott)

πενταμερής: -ές, ὁ εἰς πέντε μέρη διῃρημένος, ἄλλοι δὲ πενταμερῆ λέγουσι (τὴν χώραν) Στράβ. 165· - πενταμερῶς, Ἐπίρρ. 3, 48(55).

French (Bailly abrégé)

ής, ές :
composé de cinq parties.
Étymologie: πέντε, μέρος.

Greek Monolingual

-ές, ΝΑ
αυτός που σύγκειται από πέντε μέρη
νεοελλ.
το αρσ. ως ουσ. ο πενταμερής
βιολ. ονομασία ενός άνθους, ενός αστερία ή κάθε άλλου οργάνου ή οργανισμού με ακτινωτή συμμετρία της τάξης 5, όπου κάθε σύνολο αποτελείται από 5, ή πολλαπλάσιά του, ομοειδή στοιχεία.
επίρρ...
πενταμερώς / πενταμερῶς, ΝΑ
σε πέντε μέρη.
[ΕΤΥΜΟΛ. < πεντα- + -μερής (< μέρος), πρβλ. εξα-μερής].

Greek Monotonic

πεντᾰμερής: -ές (μέρος), αυτός που αποτελείται από πέντε μέρη, σε Στράβ.