συμμεταδίδωμι

From LSJ
Revision as of 15:00, 31 December 2018 by Spiros (talk | contribs) (4)

χρόνος ἐστὶ δάνος, τὸ ζῆν πικρός ἐσθ' ὁ δανίσας → time is a loan, and he who lent you life is a hard creditor | time is on loan and life's lender is a prick

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: συμμεταδίδωμι Medium diacritics: συμμεταδίδωμι Low diacritics: συμμεταδίδωμι Capitals: ΣΥΜΜΕΤΑΔΙΔΩΜΙ
Transliteration A: symmetadídōmi Transliteration B: symmetadidōmi Transliteration C: symmetadidomi Beta Code: summetadi/dwmi

English (LSJ)

   A impart information about a matter, σ. τινί τινος or περί τινος, Plb.5.36.2, 22.14.7.

German (Pape)

[Seite 981] (s. δίδωμι), mittheilen, bes. um darüber zu berathschlagen, τινὶ τῆς ἐπιβολῆς Pol. 5, 36, 2, περὶ τῶν ἐνεστώτων 23, 14, 7.

Greek (Liddell-Scott)

συμμεταδίδωμι: μεταδίδωμι ἢ ἀνακοινοῦμαι ὁμοῦ, σ. τινί τινος ἢ περί τινος Πολύβ. 5. 36, 2., 23. 14, 7.

Greek Monolingual

Α
κοινοποιώ σε κάποιον κάτι για την από κοινού εξέτασή του.
[ΕΤΥΜΟΛ. < συν- + μεταδίδωμι «ανακοινώνω, συσκέπτομαι με κάποιον για κάτι»].

Greek Monolingual

Α
κοινοποιώ σε κάποιον κάτι για την από κοινού εξέτασή του.
[ΕΤΥΜΟΛ. < συν- + μεταδίδωμι «ανακοινώνω, συσκέπτομαι με κάποιον για κάτι»].

Russian (Dvoretsky)

συμμεταδίδωμι: (δῐ) передавать, сообщать (τινί τινος или περί τινος Polyb.).