ἰπνοπλάθης
From LSJ
νόησε δὲ δῖος Ὀδυσσεὺς σαίνοντάς τε κύνας, περί τε κτύπος ἦλθε ποδοῖιν → godly Odysseus heard the fawning of dogs, and on top of that came the beat of two feet
German (Pape)
[Seite 1257] ὁ, = Folgdm, Tim. lex. Plat.
Greek Monolingual
ἰπνοπλάθης, ο (Α)
ιπνοπλάθος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ἰπνός + -πλάθης (αντί -πλάθος) < πλάσσω, τ. που απαντά μόνο στο παρόν συνθ. όν.].
Russian (Dvoretsky)
ἰπνοπλάθης: ου ὁ Plat. v. l. = ἰπνοπλάθος.