περιζωννύω
τὸ γὰρ εὖ πράττειν παρὰ τὴν ἀξίαν ἀφορμὴ τοῦ κακῶς φρονεῖν τοῖς ἀνοήτοις γίγνεται → undeserved success engenders folly in unbalanced minds
English (Thayer)
or περιζώννυμι: middle, 1future περιζώσομαι; 1st aorist imperative περίζωσαι, participle περιζωσάμενος; perfect passive participle περιεζωσμένος; to gird around (περί, III:1); to fasten garments with a girdle: τήν ὀσφύν, to fasten one's clothing about the loins with a girdle (to gird oneself: absolutely, τήν ὀσφύν ἐν ἀλήθεια, with truth as a girdle, figuratively equivalent to to equip oneself with knowledge of the truth, Sept., as σάκκον, στολήν δόξης, δύναμιν, εὐφροσύνην, Buttmann, § 135,2)): πρός τοῖς μαστοῖς ζώνην, ζώνας περί τά στήθη, Aristophanes, Polybius, Pausanias, Plutarch, others; the Sept. for חָגַר and אָזַר). Cf. ἀναζώννυμι.
Chinese
原文音譯:perizènnumi 胚里-閂匿米
詞類次數:動詞(7)
原文字根:周圍-束 相當於: (אָזַר) (אָסַר) (חָגַר)
字義溯源:四圍束縛,四圍繫帶,四圍束著,當帶子束,束著;由(περί / περαιτέρω)=周圍,關於)與(ζώννυμι / ζωννύω)=束捆)組成;其中 (περί / περαιτέρω)出自(πέραν)=那邊), (πέραν)又出自(πειράω)X*=穿過);而 (ζώννυμι / ζωννύω)出自(ζώνη)*=帶)。參讀 (ἀναζώννυμι)同義字
出現次數:總共(7);路(3);徒(1);弗(1);啓(2)
譯字彙編:
1) 束上帶子(2) 路17:8; 徒12:8;
2) 束著(1) 啓15:6;
3) 四圍束著(1) 啓1:13;
4) 當作帶子來束(1) 弗6:14;
5) 束上帶(1) 路12:35;
6) 自己束上帶(1) 路12:37