перемена
From LSJ
Οὕτως ἔδειξέν μοι κύριος καὶ ἰδοὺ ἐπιγονὴ ἀκρίδων ἐρχομένη ἑωθινή, καὶ ἰδοὺ βροῦχος εἷς Γωγ ὁ βασιλεύς (Amos 7:1) → Thus the Lord showed me and look, early-morning offspring of locusts coming, and look, one locust-larva: Gog the king.
Russian > Greek
μετάστασις, κίνημα, καινοτομία, μετατροπή, μετατροπά, καινοποιΐα, καινουργία, μετα-, μετάπτωσις, περιφορά, μετατροπία, ἀλλαγή, ἀλλαγά, τροπαία, μετάθεσις, μεταβολή, μεταλλαγή, μεταλλαγά, ἀντιμετάληψις, περίοδος, συμπότης, ἀμοιβή