Πολλοῖς ὁ Δαίμων, οὐ κατ' εὔνοιαν φέρων, / Μεγάλα δίδωσιν εὐτυχήματ' ... (Euripides) → God brings great good fortune to many, not out of good will,...
Full diacritics: καταύγασμα | Medium diacritics: καταύγασμα | Low diacritics: καταύγασμα | Capitals: ΚΑΤΑΥΓΑΣΜΑ |
Transliteration A: kataúgasma | Transliteration B: kataugasma | Transliteration C: kataygasma | Beta Code: katau/gasma |
ατος, τό,
A radiance, PMag.Par.1.1130.
καταύγασμα: τό, φώτισμα, ἀκτίς, λάμψις, ὑπὸ τὰ ἑωθινὰ κ., ὑφ᾿ ἕω, Θεοφύλακ. Σιμ.
καταύγασμα τὸ (Μ) καταυγάζω
ζωηρός φωτισμός, φωταύγεια, λάμψη.