ἀποδοτέον
μηδὲν κοτυλίζειν, ἀλλὰ καταπάττειν χύδην → not to sell by the cupful, but to dole out indiscriminately | not to sell by retail but wholesale
English (LSJ)
A one must give to another as his due, Arist.EN 1163a8, b20; one must refer, assign, τίτινι Pl.R.452a, etc. 2 one must describe, represent, οἷος τυγχάνει ὁ θεὸς ὤν . . ἀ. ib.379a. 3 one must explain, interpret, Sch.Pi.N.5.25. 4 one must allow, permit, Jul.Or.2.73c. II -δοτέος, α, ον, to bereferred, ascribed, assigned, Pl.R.456b; ἕτερος ἄν εἴη ὁρισμὸς -τέος Arist.Top.142a1. -δοτήρ, ῆρος, ὁ, a giver back, repayer, Epich.116.
Greek (Liddell-Scott)
ἀποδοτέον: ῥημ. ἐπίθ., πρέπει τις νὰ ἀποδώσῃ, νὰ δώσῃ ὀπίσω ὡς ὀφειλόμενον, ὀφείλοντα γὰρ ἀποδοτέον Ἀριστ. Ἠθ. Ν. 8. 14, 9., 9. 2, 3· πρέπει τις νὰ ἀναφέρῃ, νὰ ἀποδώσῃ, τί τινι Πλάτ. Πολ. 452Α, κτλ. 2) πρέπει τις νὰ περιγράψῃ, νὰ παραστήσῃ, οἷος τυγχάνει ὁ θεὸς ὢν... ἀποδοτέον Πλάτ. Πολ. 379Α. ΙΙ. ἀποδοτέος, έα, έον, ὅστις πρέπει ν’ ἀποδοθῇ, αὐτόθι 456Β, Ἀριστ. Τοπ. 6. 4, 8.
Greek Monotonic
ἀποδοτέον: ρημ. επίθ. του ἀποδίδωμι·
I. αυτό που πρέπει κάποιος να αποδώσει, να δώσει πίσω το οφειλόμενο, να επιδώσει, τί τινι, σε Πλάτ.
2. αυτό που πρέπει κάποιος να περιγράψει, να αναπαραστήσει, στον ίδ.