μέσης

From LSJ
Revision as of 10:45, 1 July 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<b class="b2">([\w]+ [\w]+ [\w]+)<\/b>" to "$1")

Μὴ πρὸς τὸ κέρδος πανταχοῦ πειρῶ βλέπειν → Noli perpetuo vertere oculos ad lucrumGewinnsucht habe nirgendwo allein im Blick

Menander, Monostichoi, 364
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: μέσης Medium diacritics: μέσης Low diacritics: μέσης Capitals: ΜΕΣΗΣ
Transliteration A: mésēs Transliteration B: mesēs Transliteration C: mesis Beta Code: me/shs

English (LSJ)

ου, ὁ,

   A a wind between ἀπαρκτίας and καικίας, Arist.Mete.363b30, 364b21; cf. μεσεύς.

German (Pape)

[Seite 137] ὁ, der Wind zwischen dem βορέας u. καικίας, Nordnordostwind, Arist. Meteorl. 2, 6.

Greek (Liddell-Scott)

μέσης: -ου, ὁ, ἄνεμος μέσος μεταξὺ τοῦ ἀπαρκτίου καὶ τοῦ καικίου, Ἀριστ. Μετεωρ. 2. 6, 9 καὶ 20.

Greek Monolingual

ο (Α μέσης)
βορειοανατολικός άνεμος μεταξύ του απαρκτία και του καικία, κν. γραίγος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μέσος κατά τα αρσ. σε -ης].