ἑξάκυκλος

From LSJ
Revision as of 16:05, 1 July 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<b class="b2">([\w]+)-([\w]+)<\/b>" to "$1-$2")

Πατὴρ οὐχ ὁ γεννήσας, ἀλλ' ὁ θρέψας σε → Non qui te genuit, est qui nutrivit pater → Dein Vater ist, wer Nahrung dir, nicht Leben gab | nicht Vater ist, wer Leben, sondern Nahrung gab

Menander, Monostichoi, 452
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἑξάκυκλος Medium diacritics: ἑξάκυκλος Low diacritics: εξάκυκλος Capitals: ΕΞΑΚΥΚΛΟΣ
Transliteration A: hexákyklos Transliteration B: hexakyklos Transliteration C: eksakyklos Beta Code: e(ca/kuklos

English (LSJ)

[ᾰ], ον,

   A six-wheeled, ἅμαξαι Hp.Aër.18.

German (Pape)

[Seite 865] mit sechs Rädern, Hippocr.

Greek (Liddell-Scott)

ἑξάκυκλος: -ον, ἔχων ἓξ κύκλους, ἤτοι τροχούς, ἅμαξαι ἑξάκυκλοι Ἱππ. π. Ἀέρ. 291, 29.

Spanish (DGE)

-ον
1 que tiene seis ruedas ἅμαξαι Hp.Aër.18
quizá de seis círculos como decoración de un vaso σοῦφα ἑξάκυκλ(α) SB 13927.3 (IV d.C.).
2 de seis giros, séxtuple ἑ. ἕλιξ Hippol.Haer.4.43.7, ἑ. ἡμερῶν δρόμος Tz.ad Hes.Op.596.

Greek Monolingual

ἑξάκυκλος, -ον (AM)
μσν.
φρ. «ἑξάκυκλος ἡμερῶν δρόμος» — δρόμος έξι ημερών, Τζέτζ.)
αρχ.
(για όχημα) αυτός που έχει έξι τροχούς («ἅμαξαι ἑξάκυκλοι»).
[ΕΤΥΜΟΛ. < ἕξα- < εξ (πρβλ. εξάγραμμα) + κύκλος.