πολύαστρος

From LSJ
Revision as of 17:30, 1 July 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<b class="b2">([\w]+ [\w]+ [\w]+), ([\w]+)<\/b>" to "$1, $2")

ἔργοισι χρηστός, οὐ λόγοις ἔφυν μόνον → a friend in deeds, and not in words alone

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: πολῠαστρος Medium diacritics: πολύαστρος Low diacritics: πολύαστρος Capitals: ΠΟΛΥΑΣΤΡΟΣ
Transliteration A: polýastros Transliteration B: polyastros Transliteration C: polyastros Beta Code: polu/astros

English (LSJ)

ον,

   A with many stars, starry, Διὸς ἕδος E.Ion870 (anap.).

German (Pape)

[Seite 660] mit vielen Sternen, Διὸς ἕδος, Eur. Ion 870.

Greek (Liddell-Scott)

πολύαστρος: -ον, ὁ ἔχων πολλοὺς ἀστέρας, Εὐρ. Ἴων 870.

French (Bailly abrégé)

ος, ον :
aux astres nombreux.
Étymologie: πολύς, ἀστήρ.

Greek Monolingual

-η, -ο / πολύαστρος, -ον, ΝΜΑ
αυτός που έχει πολλά άστρα (α. «κι αυτός εις το πολύαστρον του αιθέρος τα μάτια εστριφογύριζε σβησμένα», Σολωμ.
β. «οὐ τὸ Διὸς πολύαστρον ἕδος», Ευρ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < πολυ- + ἄστρον (πρβλ. έν-αστρος)].

Greek Monotonic

πολύαστρος: -ον, αυτός που έχει πολλά άστρα, έναστρος, σε Ευρ.

Russian (Dvoretsky)

πολύαστρος: многозвездный (Διὸς ἕδος Eur.).

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

πολύαστρος -ον [πολύς, ἀστήρ] met veel sterren.

Middle Liddell

πολύ-αστρος, ον,
with many stars, starry, Eur.