σταχυμήτωρ
From LSJ
δι' ἐρημίας πολεμίων πορευόμενος → he marched on without finding any enemy, his route lay through a country bare of enemies
English (LSJ)
ορος, ἡ,
A mother of ears of corn, of Isis, APl.4.264; τύρσις, of Egypt, Sammelb.5829.7.
German (Pape)
[Seite 931] ἡ, Mutter der Aehre, Isis, Ep. ad. 271 (Plan. 264).
Greek (Liddell-Scott)
στᾰχυμήτωρ: -ορος, ἡ, μήτηρ τῶν σταχύων, τοῦ σίτου, ἐπὶ τῆς Ἴσιδος, Ἀνθ. Πλαν. 264.
French (Bailly abrégé)
ορος (ἡ) :
mère des épis.
Étymologie: στάχυς, μήτηρ.
Greek Monolingual
ἡ, Α
(για την Ίσιδα) η μητέρα τών σταχιών, τών σιτηρών.
[ΕΤΥΜΟΛ. < στάχυς + μήτηρ.
Greek Monotonic
στᾰχυμήτωρ: -ορος, ἡ, μητέρα σταχυών σιταριού, λέγεται για την Ίσιδα, σε Ανθ.