ἀλλὰ μὴν καὶ ἀναπαύσεώς γε δεομένοις ἡμῖν νύκτα παρέχουσι κάλλιστον ἀναπαυτήριον → and again, we need rest; and therefore the gods grant us the welcome respite of night
Full diacritics: πᾱνίσδομαι | Medium diacritics: πανίσδομαι | Low diacritics: πανίσδομαι | Capitals: ΠΑΝΙΣΔΟΜΑΙ |
Transliteration A: panísdomai | Transliteration B: panisdomai | Transliteration C: panisdomai | Beta Code: pani/sdomai |
Dor. for πηνίζομαι.
[Seite 460] dor. = πηνίζομαι, Theocr.
Α
(δωρ. τ.) βλ. πηνίζομαι.
πᾱνίσδομαι: Δωρ. αντί πηνίζομαι.
πᾱνίσδομαι: дор. = πηνίζομαι.
πανίσδομαι Dor. voor πηνίζομαι.