δεκάτευμα

From LSJ
Revision as of 17:55, 10 December 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<span class="sense"><p>" to "<span class="sense">")

εὐκαταφρόνητός ἐστι σιγηρὸς τρόπος → a way of life disposed to silence is contemptible (Menander)

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: δεκάτευμα Medium diacritics: δεκάτευμα Low diacritics: δεκάτευμα Capitals: ΔΕΚΑΤΕΥΜΑ
Transliteration A: dekáteuma Transliteration B: dekateuma Transliteration C: dekatevma Beta Code: deka/teuma

English (LSJ)

[κᾰ], ατος, τό,    A tenth, tithe, Call.Epigr.40 (pl.).

German (Pape)

[Seite 543] τό, der Zehend, Callim. 20 (XIII, 25); ἐξ εὐνῆς Diosc. 12 (VI, 290).

Greek (Liddell-Scott)

δεκάτευμα: τό, δέκατον, ἡ δεκάτη, Καλλ. Ἐπ. 40.

Spanish (DGE)

-ματος, τό

• Prosodia: [-ᾰ-]
diezmo, décima parte τὰ δῶρα ... εἵσατο τῶν κερδέων δεκατεύματα Call.Epigr.39.6, ῥιπίδα ... θῆκε ... ἐξ εὐνῆς δ. AP 6.290 (Diosc.).

Greek Monolingual

και δεκάτεμα και δεκάτισμα, το (AM δεκάτευμα) δεκατεύω
η δεκάτη, το ένα δέκατο κάποιου ποσού.

Russian (Dvoretsky)

δεκάτευμα: ατος τό десятая часть, десятина Anth.