διατονικός

From LSJ
Revision as of 18:55, 10 December 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<span class="sense"><p>" to "<span class="sense">")

ὦ παῖδες Ἑλλήνων ἴτε ἐλευθεροῦτε πατρίδ', ἐλευθεροῦτε δὲ παῖδας, γυναῖκας, θεῶν τέ πατρῴων ἕδη, θήκας τε προγόνων: νῦν ὑπὲρ πάντων ἀγών. → O children of the Greeks, go, free your homeland, free also your children, your wives, the temples of your fathers' gods, and the tombs of your ancestors: now the struggle is for all things.

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: διατονικός Medium diacritics: διατονικός Low diacritics: διατονικός Capitals: ΔΙΑΤΟΝΙΚΟΣ
Transliteration A: diatonikós Transliteration B: diatonikos Transliteration C: diatonikos Beta Code: diatoniko/s

English (LSJ)

ή, όν,    A = διάτονος 11, εἶδος, γένος, Ph.1.321, Aristid. Quint.2.19; διάστημα Cleonid.Harm.5. Adv. -κῶς Nicom.Harm. 11.2.

German (Pape)

[Seite 607] ή, όν, diatonisch; γένος, in der Musik, Arist. Quint. u. a. Mus.

Spanish (DGE)

-ή, -όν
I 1mús. diatónico εἶδος Ph.1.321, γένος Ph.1.245, Dam.Isid.127, διάστημα Cleonid.Harm.5, cf. Ph.1.111, Anon.Bellerm.26.
2 arq. reforzado por perpiaños, opus diatonicum, Plin.HN 36.172, cf. διάτονος.
II adv. -ῶς diatónicamente (λύρα) δ. ... τεταγμένη Nicom.Harm.11.

Greek Monolingual

-ή, -ό (AM διατονικός, -ή, -όν) διάτονος
1. αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στο διατονικό ή στο διάτονο
2. μουσικός όρος που χαρακτηρίζει τις σχέσεις μεταξύ γειτονικών φυσικών φθόγγων στη μείζονα και ελάσσονα κλίμακα, αντίθετα από τη χρωματική κλίμακα
αρχ.
διάτονος.