κεδροχαρής

From LSJ
Revision as of 08:59, 11 December 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<span class="sense"><p>" to "<span class="sense">")

τίς τὸν πλανήτην Οἰδίπουν καθ' ἡμέραν τὴν νῦν σπανιστοῖς δέξεται δωρήμασιν → who on this day shall receive Oedipus the wanderer with scanty gifts

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κεδροχᾰρής Medium diacritics: κεδροχαρής Low diacritics: κεδροχαρής Capitals: ΚΕΔΡΟΧΑΡΗΣ
Transliteration A: kedrocharḗs Transliteration B: kedrocharēs Transliteration C: kedrocharis Beta Code: kedroxarh/s

English (LSJ)

ές, (χαίρω)    A rejoicing in cedar, Man.4.191.

German (Pape)

[Seite 1411] ές, sich über Cedern freuend, Man. 4, 191.

Greek (Liddell-Scott)

κεδροχᾰρής: -ές, (χαίρω) χαίρων ἐπὶ τῇ κέδρῳ, Μανέθ. 4. 191.

Greek Monolingual

κεδροχαρής, -ές (Α)
αυτός που χαίρεται να κατεργάζεται το ξύλο του κέδρου.
[ΕΤΥΜΟΛ. < κέδρος + -χαρής (< θ. χαρ-, πρβλ. ε-χάρ-ην, αόρ. του χαίρω), πρβλ. αιμο-χαρής, δακρυ-χαρής].