συμπροσπίπτω

From LSJ
Revision as of 23:40, 11 December 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<span class="sense"><p>" to "<span class="sense">")

Ἥξει τὸ γῆρας πᾶσαν αἰτίαν φέρον → Veniet senectus omne crimen sustinens → Bald kommt das Alter, das an allem trägt die Schuld

Menander, Monostichoi, 209
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: συμπροσπίπτω Medium diacritics: συμπροσπίπτω Low diacritics: συμπροσπίπτω Capitals: ΣΥΜΠΡΟΣΠΙΠΤΩ
Transliteration A: symprospíptō Transliteration B: symprospiptō Transliteration C: symprospipto Beta Code: sumprospi/ptw

English (LSJ)

   A happen at the same time, Gal.1.124, Theon ap.eund.6.210.    2 occur to one at the same time, τινι M.Ant.7.22.

German (Pape)

[Seite 990] (s. πίπτω), mit, zugleich zu- od. anfallen, in den Sinn kommen, M. Ant. 7, 22.

Greek (Liddell-Scott)

συμπροσπίπτω: συμβαίνω, συμπίπτω συγχρόνως, Γαλην. 2. 306. ΙΙ. ἐπέρχομαι εἰς τὸν νοῦν, τινι Μᾶρκ. Ἀντωνῖν. 7. 22.

Greek Monolingual

Α προσπίπτω
1. συμβαίνω ταυτόχρονα με κάτι άλλο
2. έρχομαι στον νου ταυτόχρονα με κάτι άλλο.

Greek Monolingual

Α προσπίπτω
1. συμβαίνω ταυτόχρονα με κάτι άλλο
2. έρχομαι στον νου ταυτόχρονα με κάτι άλλο.