φιλοφρόνημα
From LSJ
τῶν δ᾽ ὀρθουμένων σῴζει τὰ πολλὰ σώμαθ᾽ ἡ πειθαρχία → But of those who make it through, following orders is what saves most of their lives (Sophocles, Antigone 675f.)
English (LSJ)
ατος, τό, A act or proof of kindness, Aeschin.Ep.5.3 (pl.).
German (Pape)
[Seite 1288] τό, eine liebreiche, freundliche Behandlung, Aeschin. ep.
Greek (Liddell-Scott)
φῐλοφρόνημα: τό, πρᾶξις ἢ ἔνδειξις φίλου φρονήματος, εὐμενοῦς διαθέσεως, Αἰσχίν. Ἐπιστ. 5. 3, κλπ.
Greek Monolingual
το, ΝΜΑ φιλοφρονῶ
φιλοφρόνηση.
Russian (Dvoretsky)
φιλοφρόνημα: ατος τό любезность, ласка Aeschin.